Loading...
Αρχική Σελίδα  |  Γραφείο Τύπου  |  Ανακοινώσεις & Εγκύκλιοι Υπουργείου

Γραφείο Τύπου

Πρόταση για μείωση της πλεονάζουσας ρευστότητας του κυπριακού τραπεζικού συστήματος

Το Υπουργείο Οικονομικών επιθυμεί να σχολιάσει άρθρο των Καθηγητών κ.κ. Σταύρου Ζένιου και κ. Ανδρέα Μηλιδώνη, που δημοσιεύθηκε σήμερα 01/9/2023 στην Stockwatch, με το οποίο προτείνεται η μείωση της πλεονάζουσας ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος με έκδοση κυβερνητικών ομολόγων.

Το Υπουργείο Οικονομικών καλωσορίζει οποιεσδήποτε ιδέες ή προτάσεις για τη διαχείριση της οικονομίας.

Στα ίδια πλαίσια, το Υπουργείο Οικονομικών οφείλει να συμμετέχει στη δημόσια συζήτηση, εκφράζοντας τις θέσεις του συνεισφέροντας με τον τρόπο αυτό στη διαμόρφωση μιας πιο σφαιρικής πληροφόρησης στους πολίτες.

Συνοπτικά, οι καταρχήν απόψεις του Υπουργείου Οικονομικών για την αναφερόμενη πρόταση είναι οι ακόλουθες:

Οποιοδήποτε εγχείρημα απορρόφησης της ρευστότητας από το τραπεζικό σύστημα και γενικότερα από την οικονομία είναι καταδικασμένο σε αποτυχία και ενδέχεται να οδηγήσει σε υπονόμευση άλλων στόχων οικονομικής πολιτικής εάν δεν γίνει μέσα στα πλαίσια συντεταγμένης νομισματικής πολιτικής η οποία εμπίπτει στις κύριες αρμοδιότητες του Ευρωσυστήματος/ των Κεντρικών Τραπεζών.

Πιο συγκεκριμένα, η χρησιμοποίηση εργαλείων δημοσιονομικής πολιτικής και πολιτικής διαχείρισης δημόσιου χρέους για απορρόφηση σημαντικού μέρους της ρευστότητας, ενδέχεται να οδηγήσει σε αποδόμηση των δημοσιονομικών στόχων και σε εκτροχιασμό της στρατηγικής διαχείρισης δημόσιου χρέους από την κύρια αποστολή της, χωρίς να επιτυγχάνεται καν ο επιδιωκόμενος σκοπός για τον οποίο επιχειρείται η απορρόφηση της ρευστότητας. Ειδικότερα, ακόμη και εάν απορροφηθεί ρευστότητα ύψους 2,5 δις ευρώ (κάτι το οποίο θεωρούμε εξωπραγματικό να επιτευχθεί για τους λόγους που αναφέρονται πιο κάτω) η πλεονάζουσα ρευστότητα που θα παραμείνει στο σύστημα θα είναι τέτοιου μεγέθους ώστε κανένας αντίκτυπος στα καταθετικά επιτόκια δεν αναμένεται να προκύψει, ενώ παράλληλα, θα διογκωθεί το δημόσιο χρέος κατά 10 π.μ. αχρείαστα Επιπρόσθετα, η στρατηγική διαχείρισης του δημόσιου χρέους θα οδηγηθεί σε επικίνδυνες ατραπούς εφόσον, από τη μια, η Κύπρος θα διατρέξει τον κίνδυνο αποτυχίας σε έκδοση ομολόγων με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη χρηματοδότηση των αναγκών της, για τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις από τους Οίκους Αξιολόγησης, και για τη μελλοντική τιμολόγηση των ομολόγων της σε ψηλότερα επίπεδα και, από την άλλη, η διεθνής αγορά κυβερνητικών ομολόγων της Κυπριακής Δημοκρατίας θα αποδομηθεί με την απουσία οποιασδήποτε νέας έκδοσης ευρωπαϊκών ομολόγων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα πιο πάνω έχουν περισσότερο θεωρητική σημασία εφόσον, όπως ήδη αναφέρθηκε, η έκδοση στην εγχώρια αγορά ενός τόσο μεγάλου ποσού ομολόγων και η επικέντρωση τους αποκλειστικά σε εγχώριους επενδυτές είναι πρακτικά αδύνατη. Καταρχήν πρέπει να τονισθεί ότι μια έκδοση ομολόγων δεν επιτρέπεται να αποκλείει τους διεθνείς επενδυτές. Η μη συμμετοχή διεθνών επενδυτών μπορεί να συμβεί μόνο με δική τους απόφαση, κάτι που ισχύει όταν τα συγκεκριμένα ομόλογα ή η αγορά στην οποία εκδίδονται αποτελεί αντικίνητρο για τους ίδιους. Είναι γνωστό ότι, η εγχώρια δευτερογενής αγορά – προς το παρόν - δεν λειτουργεί κατά τρόπο αποτελεσματικό. Κατά συνέπεια, ο βαθμός ρευστότητας των εγχώριων ομολόγων είναι σημαντικά περιορισμένος. Αυτό όμως, έχει ανάλογες επιπτώσεις και στις επενδυτικές αποφάσεις των ντόπιων επενδυτών. Γι’αυτόν τον λόγο, στην παρούσα περίοδο, η κύρια πηγή χρηματοδότησης του Κυπριακού Δημοσίου είναι η διεθνής αγορά Ευρωπαϊκών Μεσοπρόθεσμων Ομολόγων (ΕΜΤΝ) στα οποία επενδύουν τόσο οι διεθνείς επενδυτές όσο και η ντόπιοι. Ένα σχετικό ερώτημα είναι πώς θα τιμολογηθεί ένα τέτοιο εγχώριο ομόλογο και ποια θα είναι η σύγκριση της τιμής του έναντι ενός ευρωπαϊκού ομολόγου ΕΜΤΝ;

Στο αναφερόμενο άρθρο γίνεται αναφορά και σε προμήθεια που θα καταβληθεί σε οργανισμούς που θα αναλάβουν την προώθηση της έκδοσης των ομολόγων. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, τα ομόλογα της Κυπριακής Δημοκρατίας μπορούν να εκδοθούν με 3 εναλλακτικές μεθόδους ανάλογα με τις συνθήκες ομαλότητας της αγοράς και τον βαθμό των χρηματοδοτικών αναγκών του Κράτους: (α) με τη μέθοδο της δημοπρασίας, (β) με κοινοπρακτική μέθοδο (syndication όπως στην περίπτωση των ευρωπαϊκών ομολόγων ΕΜΤΝ της Κυπριακής Δημοκρατίας), και (γ) με ιδιωτική τοποθέτηση. Η πληρωμή προμήθειας από τον εκδότη σε ενδιάμεσους οργανισμούς γίνεται κατά κανόνα στην περίπτωση της κοινοπρακτικής έκδοσης για την οποία πρέπει να υπάρχει εκτεταμένη υποδομή. Στην περίπτωση των ομολόγων ΕΜΤΝ κοινοπρακτική έκδοση γίνεται με διορισμό διεθνών επενδυτικών τραπεζών, πληρώτριας τράπεζας, διεθνών νομικών οίκων και οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης. Η ιδιωτική τοποθέτηση γίνεται μόνο κάτω από ιδιάζουσες συνθήκες και πιεστικές ανάγκες. Συνεπώς, η μόνη προσφερόμενη επιλογή είναι η μέθοδος της δημοπρασίας για την οποία η κυβέρνηση δεν καταβάλλει προμήθεια.

Σήμερα, η Κυπριακή Δημοκρατία απολαμβάνει άνετες συνθήκες χρηματοδότησης, με δημοσιονομική σύγκληση, με ρευστά διαθέσιμα ικανά να καλύψουν τις χρηματοδοτικές ανάγκες του τρέχοντος και ολόκληρου του επόμενου έτους (2023-2024) και με σταθερά βελτιούμενες πιστοληπτικές αξιολογήσεις, γεγονός που της επιτρέπει να επικεντρωθεί στη διαχείριση του κόστους δανεισμού λόγω των ψηλών επιτοκίων, με ευχέρεια να επιλέξει τον καταλληλότερο χρόνο έκδοσης ομολόγων χωρίς να πιέζεται από το χρόνο, και να αποφασίσει κατά τρόπο ορθολογιστικό τη διάρκεια και τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά των νέων ομολόγων, πάντοτε σύμφωνα με τους στόχους της μεσοπρόθεσμης στρατηγικής διαχείρισης δημόσιου χρέους.

Αυτή η στρατηγική που, σε συνδυασμό με συνετή δημοσιονομική πολιτική, έδωσε στην Κύπρο τη δυνατότητα να διαχειρίζεται σήμερα τις οικονομικές επιπτώσεις μιας άνευ προηγουμένου γεωπολιτικής κρίσης – που μάλιστα ακολούθησε την κρίση της πανδημίας - πρέπει να διαφυλαχθεί και να παραμείνει απόλυτα προσηλωμένη στην αποστολή της.

 

Γραφείο Τύπου

Tags

Αρχείο

Σχετικά Άρθρα