Loading...
 
Home  |  Press Office  |  Announcements

Press Office

Announcements

Γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας - Εκποιήσεις

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ 

Το Υπουργείο Οικονομικών εκτιμώντας τη βαρύτητα που δίνουν οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης κατά την αξιολόγηση της Κυπριακής οικονομίας, στο θέμα των ΜΕΧ οι οποίοι θέτουν ως βασικό κριτήριο για αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Κυπριακής οικονομίας την περαιτέρω μείωση των ΜΕΧ σε βιώσιμα επίπεδα και το γεγονός ότι οι εκποιήσεις είναι παγοποιημένες για το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου που παρήλθε από το Μάρτιο του 2020, έκρινε ως απολύτως απαραίτητο όπως, ζητήσει τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), για σκοπούς συμμόρφωσης με τα Άρθρα 127(4) και 282(5) της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Άρθρο 2(1) της απόφασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (98/415/ΕΚ) καθότι έκρινε ότι το θέμα αυτό άπτεται των αρμοδιοτήτων της ΕΚΤ ως προς τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Η ΕΚΤ με επιστολή της ημερ. 20/7/2021 ενημέρωσε τον Υπουργό Οικονομιών ότι αποφάσισε να μην διατυπώσει γνώμη, καθώς το σχέδιο νόμου άπτεται μόνον οριακά των τομέων αρμοδιότητάς της.

Η ΕΚΤ αποφάσισε να μην διατυπώσει γνώμη αφού έλαβε ιδιαιτέρως υπόψη τα ακόλουθα:

-       το γεγονός ότι σκοπός των τροποποιήσεων που εισάγονται με το σχέδιο νόμου είναι μόνον η παράταση της αναστολής των διαδικασιών εκποίησης ενυπόθηκων ακινήτων έως την 31η Οκτωβρίου 2021

-    το πεδίο εφαρμογής του σχεδίου νόμου θα περιορίζεται σε πρώτες κατοικίες εκτιμώμενης αξίας έως 350 000 ευρώ (μείωση σε σχέση με το ποσό των 500 000 ευρώ βάσει του ισχύοντος νόμου), μικρές επαγγελματικές στέγες επιχειρήσεων με ετήσιο κύκλο εργασιών έως 750 000 ευρώ (μείωση σε σχέση με το ποσό των 2 000 000 ευρώ βάσει του ισχύοντος νόμου) και αγροτεμάχια εκτιμώμενης αξίας έως 100 000 ευρώ (μείωση σε σχέση με το ποσό των 250 000 ευρώ βάσει του ισχύοντος νόμου).

Η ΕΚΤ επισημαίνει ότι η σημασία των μέτρων πολιτικής για τον περιορισμό του αντικτύπου της πανδημίας στην οικονομική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα καθιστά εξίσου σημαντική τη διαχείριση της εξόδου από τη στήριξη αυτή.

Σύμφωνα με την ΕΚΤ τα μέτρα πολιτικής στον οικονομικό και τον χρηματοπιστωτικό τομέα περιόρισαν έως τώρα την υλοποίηση πιστωτικού κινδύνου και τη μετάδοση των δυσμενών συνεπειών μεταξύ πραγματικής οικονομίας και χρηματοπιστωτικού συστήματος. Για όσο διάστημα παραμένουν σε ισχύ σημαντικοί περιορισμοί της κυκλοφορίας με σκοπό τον έλεγχο της πανδημίας σε χώρες της ευρωζώνης, η στήριξη της οικονομικής πολιτικής, για την αποφυγή της πτώχευσης δυσμενώς επηρεαζόμενων αλλά βιώσιμων εταιρειών και της σημαντικής αύξησης της ανεργίας, θα προστατεύει τη βραχυπρόθεσμη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Με τη σταδιακή άρση των περιορισμών της κυκλοφορίας και τη βελτίωση της προσαρμογής τμημάτων της οικονομίας στους εν λόγω περιορισμούς, η ΕΚΤ τονίζει ότι, η εκτενής στήριξη πολιτικής, ιδίως προς τις εταιρείες, θα πρέπει να καταργηθεί σταδιακά ώστε να αποφευχθούν απότομες δυσανάλογα σοβαρές συνέπειες. Σε συνδυασμό με τη σταδιακή μετάβαση από ευρείας εφαρμογής σε πιο στοχευμένα μέτρα, η σταδιακή κατάργηση, ανάλογα με την πρόοδο, της στήριξης πολιτικής μπορεί να περιορίσει τα μεσοπρόθεσμα δυσμενή παράπλευρα αποτελέσματα της στήριξης πολιτικής στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Τα εν λόγω δυσμενή αποτελέσματα προκύπτουν από την αύξηση του χρέους κρατών και εταιρειών καθώς και από τη διάθεση πόρων σε δυνητικώς μη βιώσιμες εταιρείες. Τούτο αυξάνει τις αδυναμίες στους ισολογισμούς κρατών, εταιρειών και τραπεζών και ενδέχεται να δημιουργήσει εμπόδια στη μελλοντική οικονομική ανάπτυξη ως αποτέλεσμα ακατάλληλης διάθεσης πόρων στις επηρεαζόμενες οικονομίες. 

Στο μέλλον, βασική πρόκληση της στήριξης πολιτικής θα είναι η προσαρμογή των κριτηρίων επιλεξιμότητας για την ενίσχυση των μηχανισμών αξιολόγησης της μελλοντικής βιωσιμότητας των δικαιούχων και η προετοιμασία της σταδιακής, ανάλογα με την πρόοδο, κατάργησης της στήριξης πολιτικής.

Το Υπουργείο Οικονομικών θα συνεχίσει να διαβουλεύεται με την ΕΚΤ σχετικά με σχέδια νομοθετικών διατάξεων που εμπίπτουν στους τομείς αρμοδιότητάς της βάσει της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της απόφασης 98/415/ΕΚ του Συμβουλίου και να παρακολουθεί την αποτελεσματικότητα του πλαισίου εκποιήσεων.

 

 

 

Related Articles